Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ στις 24/6/2001
Του Χρήστου Γεωργόπουλου
Νευροχειρουργού
Ιδρυτή και Προέδρου ΔΣ του Κέντρου Ιατρικής Αποκατάστασης «ΑΝΑΠΛΑΣΗ»
Δ/ντή του Νευροχειρουργικού Τμήματος του Νοσοκομείου «ΕΡΡΙΚΟΣ ΝΤΥΝΑΝ»
ΑΝΑΠΗΡΙΑ: -έλλειψη αρτιότητας των οργάνων του σώματος, ακρωτηριασμός
-έλλειψη πνευματικής ή ψυχικής τελειότητας, αρτιότητας
-έλλειψη σε κάτι, χωλότητα, κολόβωση
ΑΝΑΠΗΡΟΣ: -ανίκανος για εργασία λόγω αναπηρίας, σακάτης
Ετσι εξακολουθούν να αποδίδουν τα σύχρονα λεξικά τους όρους «αναπηρία» και «ανάπηρος», που τελευταία ξαναγίνονται επίκαιροι, εξαιτίας της αναγκαστικής, έστω και σε επίπεδο ρητορείας, «επανάκαμψης» της Ευρωπαϊκής ΄Ενωσης – και κατ’ επέκταση και της χώρας μας- στην πολιτική ενός , ούτως ή άλλως, ιστορικά χρεωκοπημένου μοντέλου Κράτους – Πρόνοιας, όπως αυτό που βιώσαμε στο μεγαλύτερο μέρος του δεύτερου ημίσεως του 20ου αιώνα.
Πρόκειται για τα λεγόμενα «Άτομα με ειδικές ανάγκες», ή, όπως εμείς προτείνουμε να αποκαλούνται, υιοθετώντας και –γιατί όχι;- …αναπλάσσοντας το σύγχρονο μοντέλο ταξινόμησης, που καθορίσθηκε από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, «Πολίτες με κινητικές και άλλες ανικανότητες ή/και ψυχονοητικές διαταραχές» .
ΑΝΑΠΗΡΙΑ Ή ΑΝΙΚΑΝΟΤΗΤΑ;
Η διεθνής ταξινόμηση Δυσλειτουργιών, Ανικανοτήτων και Αναπηριών (International Classification of Impairments, Disabilities and Handicaps – ICIDH) συντάχθηκε από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (WΗΟ) και πρωτοδημοσιεύθηκε το 1980. Ο σχεδιασμός και η ανάπτυξη νοσολογικών μοντέλων είναι εξαιρετικά σημαντική και απαραίτητη λειτουργία, τόσο της ιατρικής κοινότητας, όσο και της κεντρικής πολιτικής εξουσίας. ΄Ετσι διευκολύνεται γενικότερα η διάρθρωση των υπηρεσιών υγείας, η κατανομή πόρων, ο σχεδιασμός της έρευνας και ο προγραμματισμός της παρέμβασης. Η ανάπτυξη του συγκεκριμένου μοντέλου ταξινόμησης από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας και η παγκόσμια αποδοχή του, με επιμέρους μικρές διαφοροποιήσεις, είναι αναμφίβολα η μεγαλύτερη μεμονωμένη πρόοδος στον τομέα της Αποκαστάστασης και ισοδύναμη, κατά την άποψή μας, με την αναγνώριση του ρόλου κοινωνιολογικών παραμέτρων στη λαϊκή υγεία, η οποία αναπόφευκτα οδήγησε στον επαναπροσδιορισμό του όρου «Υγεία», ως την «κατάσταση της πλήρους φυσικής, ψυχικής και κοινωνικής ευεξίας» σε αρμονική ισορροπία – ατομικά και συλλογικά-με το περιβάλλον, θα προσθέταμε εμείς.
Αυτή η διεθνής ταξινόμηση, υπό το φως νέων δεδομένων της τελευταίας δεκαετίας -τα οποία αποδεικνύουν τον καταλυτικό ρόλο της προσωπικής, κοινωνικής και επαγγελματικής υπόστασης του πάσχοντος στη δομή, το περιεχόμενο και τη διαδικασία της Αποκατάστασης- αναθεωρήθηκε τον Ιούλιο του 1999 (ΙCΙDH 2) και εξεδόθη, ως τελικό σχέδιο, τον Δεκέμβριο του 2000. Έτσι, π.χ. ο όρος «ανικανότητα»(«disability») έγινε «δραστηριότητα» («activity») και η «αναπηρία» («handicap») μετετράπη σε «συμμετοχή»(«participation»).
Ίσως αυτοί οι όροι να ακούγονται στον αναγνώστη ως ταυτόσημα θεωρητικά εφευρήματα. Φαίνεται σαν να παίζουμε με τις λέξεις, αφού τελικά εμφανίζονται να εκφράζουν το ίδιο πράγμα, δηλαδή την αναπηρία. Δεν είναι όμως έτσι.
Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, το 13-14% του πληθυσμού των οικονομικά προηγμένων χωρών της δύσης εμφανίζει κάποιον βαθμό ανικανότητας .
Η ανικανότητα αυτή(“disability”) αφορά στις διαταραχές, τις μεταβολές, τους περιορισμούς, στην αλληλεπίδραση μεταξύ του ασθενούς και του περιβάλλοντός του, υπό τη φυσική σωματική τους υπόσταση. ΄Ετσι, ο ασθενής με αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο αδυνατεί να επιτελέσει συγκεκριμένες λειτουργίες με την ημίπληκτη πλευρά, για παράδειγμα, δεν μπορεί να περπατήσει, να γράψει, να ντυθεί. Η αναπηρία (“handicap”) αφορά και πάλι σε διαταραχές, μεταβολές και περιορισμούς, αλλά στους κοινωνικούς ρόλους που ο ασθενής καλείται, αναμένεται και προσδοκάται να διαδραματίσει, με την όποιου βαθμού κινητική δυσλειτουργία και /ή ψυχονοητική διαταραχή. Για παράδειγμα, ο ίδιος ασθενής δεν μπορεί να επισκεφθεί τους αρχαιολογικούς χώρους, ή χώρους πολιτισμού, ή δημοτικά καταστήματα, εξαιτίας της απουσίας υποδομών διευκόλυνσης των αναπηρικών αμαξιδίων. Η ανικανότητα είναι μια σωματική ή/και ψυχική κατάσταση, η αναπηρία όμως είναι κοινωνική νόσος.
Η Αναπηρία προσβάλλει την Ποιότητα ζωής, δηλαδή, την υποκειμενική αίσθηση πληρότητας και ασφάλειας, την ικανοποίηση και την απόλαυση που δημιουργεί στον Άνθρωπο η συμμετοχή σε όλες τις δραστηριότητες της καθημερινής ζωής.
Στη χώρα μας, τα στατιστικά στοιχεία που αφορούν άτομα με κάποιας μορφής ανικανότητα είναι ελλιπή και αποσπασματικά. Δυστυχώς με την τελευταία απογραφή, χάθηκε η μοναδική ευκαιρία καταγραφής τους. Συνεπώς, κατ’ αναλογία προς τις διεθνείς στατιστικές, το ποσοστό αυτό εντοπίζεται στο 13-14%. Το 10% του ελληνικού πληθυσμού, χρήζει Υπηρεσιών Αποκατάστασης (Ενδεικτικά, συμπεριλαμβάνονται, ετησίως, 30.000 επιζώντες από αγγειακά εγκεφαλικά επεισόδια, 25.000 επιζώντες από κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις και 7.000 περίπου τετρα-παραπληγικοί από κακώσεις σπονδυλικής στήλης με βλάβες νωτιαίου μυελού, από τροχαία και εργατικά ατυχήματα).
Με τον όρο Υπηρεσίες Αποκατάστασης εννοούμε το σύνολο των διαγνωστικών προσεγγίσεων και θεραπευτικών παρεμβάσεων της Ομάδας Αποκαστάστασης (Φυσιάτρων, Φυσικοθεραπευτών, Εργοθεραπευτών, Λογοθεραπευτών, Νευροψυχολόγων, Ψυχοπαθολόγων – Κλινικών Ψυχολόγων, Κοινωνικών Λειτουργών και Συμβούλων Επαγγελματικού Προσανατολισμού και Κατάρτισης) προς τον πάσχοντα και την οικογένειά του. Οι Υπηρεσίες Αποκατάστασης ξεκινούν κατά τη διάρκεια της νοσοκομειακής του περίθαλψης και καταλήγουν στην εκτίμηση της εργασιακής του ικανότητας, στον επαγγελματικό (επανα)προσανατολισμό του και στην επαγγελματική του αποκατάσταση, με απώτερο σκοπό την προσωπική, οικογενειακή και κοινωνική επανένταξή του και την διασφάλιση ποιότητας στη ζωή του. Η Αποκατάσταση λοιπόν, πέραν από την κλινική διάστασή της, ενέχει μία εξίσου σημαντική κοινωνική διάσταση, στο μέτρο που, η εργασιακή-επαγγελματική αποκατάσταση του πάσχοντος διασφαλίζει τη συμμετοχή στις συλλογικές διαδικασίες παραγωγής των υλικών συνθηκών διαβίωσης, αναπαραγωγής και πολιτισμού.
Σύμφωνα με την Έκθεση του ΟΗΕ, το 50% του παγκόσμιου πλούτου, βρίσκεται στα χέρια του 2% του πληθυσμού της γης. Σύμφωνα με τα στατιστικά δεδομένα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το 80% του οικονομικά ενεργού πληθυσμού της Ευρώπης παράγει πλούτο, τον οποίο προσπορίζεται το 20%. Την ίδια στιγμή, το 20% του συνολικού πληθυσμού των ευρωπαϊκών χωρών ζει σε οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες φτώχειας, ενώ, η ανεργία αγγίζει το 10%. Μία στις τέσσερις οικογένειες της χώρας μας «φιλοξενεί» «άτομα με ειδικές ανάγκες». Τα στοιχεία αυτά καταδεικνύουν μία ανισότιμη και ανισόρροπη οικονομική ανάπτυξη, σε επίπεδο έθνους-κράτους και νέων οικονομικών και πολιτικών ολοκληρώσεων (π.χ. Ευρωπαϊκή Ένωση), που έχει ως αποτέλεσμα τη βίαιη εξάρθρωση του κοινωνικού ιστού με την περιθωριοποίηση μεγάλων κοινωνικών ομάδων. Αυτή η δημιουργία, θεσμικών κοινωνικών, οικονομικών, και πολιτισμικών αναχωμάτων συνεπάγεται περιορισμό στην κοινωνική κινητικότητα και στην απρόσκοπτη και ισότιμη ένταξη όλων των ομάδων σε προηγμένες κοινωνικές συνθήκες. Οι πλέον θιγόμενες κοινωνικές ομάδες, είναι οι πλέον ευαίσθητες και ευάλωτες, αυτές των «ατόμων με ειδικές ανάγκες», των γυναικών, των παιδιών, των ηλικιωμένων και των οικονομικών μεταναστών. Και τούτο γιατί, δεν αντιμετωπίζουν μόνον την στέρηση εισοδημάτων, εξαιτίας της μη απασχόλησης, δηλαδή Φτώχεια, αλλά και την στέρηση στην εκπαίδευση, στη στέγαση, στις παρεχόμενες υπηρεσίες υγείας, δηλαδή Κοινωνικό Αποκλεισμό, και για να χρησιμοποιήσουμε τα λόγια της Ευρωπαϊκής Επιτροπής « την έλλειψη δυνατότητας άσκησης των κοινωνικών δικαιωμάτων του ατόμου χωρίς βοήθεια, την κακή εικόνα των ατόμων αυτών για τον εαυτό τους και για την ικανότητά τους να αντεπεξέλθουν στις υποχρεώσεις τους, τον κίνδυνο μονιμοποίησης των αναγκών ενίσχυσης και το στιγματισμό των ατόμων και των συνοικιών των αστικών περιοχών όπου κατοικούν».
Από τα ίδια αυτά στατιστικά στοιχεία και από τις επισημάνσεις που τα συνοδεύουν, εξάγεται αβίαστα ότι, ναι μεν η «ανικανότητα», όπως και η νόσος, είναι διαταξική, όμως οι συνέπειες και οι επιπτώσεις της «αναπηρίας» έχουν βαθιά κοινωνικό και οικονομικό, άρα ταξικό χαρακτήρα.
ΤΟ ΑΝΑΠΗΡΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
Το Αναπηρικό Κίνημα στη χώρα μας υφίσταται –με λίγες, δυστυχώς, εξαιρέσεις- κατακερματισμένο με τη μορφή ποικίλων οργανώσεων, συλλόγων και φορέων, οι οποίοι μετά βίας συσπειρώνουν ένα μικρό ποσοστό μελών τους. Υιοθετώντας την άποψη ότι είμαστε μια κοινωνία που θέλει να αλλάξει, αλλά δεν έχει τους ανθρώπους για να την αλλάξουν, ουσιαστικά δρουν ως «μικρογραφία» της καθεστηκυίας κοινωνικής πρακτικής: καλλιεργούν και προάγουν τον ατομικισμό, τον επαγγελματισμό στην πολιτική και στον συνδικαλισμό και προβαίνουν σε «πολιτικά ορθές» διακηρύξεις, οι οποίες, σε τελευταία ανάλυση, εκφράζουν μια προοπτική απελευθέρωσης των αναπήρων, αποκομμένη από την προοπτική χειραφέτησης και απελευθέρωσης ολόκληρης της κοινωνίας.
Παράλληλα είναι οδυνηρή η διαπίστωση ότι, η εργατική τάξη, η οποία διακινδυνεύει και πλήττεται περισσότερο από ανικανότητες που οδηγούν σε μόνιμη και διαρκή ανεργία και περιθωριοποίηση, απουσιάζει παντελώς από το πολιτικό προσκήνιο και κατά συνέπεια, η πρωτοβουλία βρίσκεται συνολικά στα χέρια διαπιστευμένων πολιτικών, συνδικαλιστών και γραφειοκρατών, οι οποίοι, ανάμεσα στα άλλα, διαμορφώνουν και προβάλλουν έναν αντιρατσισμό που εξαντλείται σε διακηρύξεις -και μόνον- του επίσημου κράτους.
Πρόκειται για πολιτική συμπεριφορά, η οποία νομιμοποιεί την «ιδιοτελή» φιλανθρωπία και την κρατική ελεημοσύνη, έναντι του ανθρωπισμού και των θεσμικά κατοχυρωμένων κοινωνικών παροχών. Και όμως, η καθιερωμένη Επιδοματική Πολιτική είναι πολλαπλασίως πιό «ακριβή» για το Κράτος και πολλαπλασίως πιό «φθηνή» για τους πάσχοντες. Πρόκειται για πολιτική τακτική η οποία εμφανίζεται να επιδιώκει τον έλεγχο των ακόμα υπό διαμόρφωσιν επιλογών, σε μία κοινωνία όπου ο έλεγχος ασκείται «άνωθεν» και οι επιλογές προσδιορίζονται και οριοθετούνται «έξωθεν».
Η ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
Οι ανάγκες στην Ελλάδα για υπηρεσίες Αποκατάστασης είναι τεράστιες και δεν καλύπτονται ούτε κατά τη Νοσοκομειακή, ούτε κατά τη μετανοσοκομειακή φάση. Ένας απειροελάχιστος αριθμός αυτών νοσηλεύεται στα διακόσια συνολικά κρεβάτια των υπαρχουσών Νοσοκομειακών Κλινών Φυσικής Ιατρικής και Αποκατάστασης της Ελλάδας. Πεντακόσιοι περίπου Ασθενείς ετησίως παραπέμπονται για νοσηλεία σε Κέντρα Αποκατάστασης του Εξωτερικού, με οικονομική κάλυψη (60.000 -80.000 ΕΥΡΩ μηνιαίως ανά ασθενή για πρόγραμμα διαρκείας 6-12 μηνών) των Ασφαλιστικών τους Ταμείων, προκαλώντας οικονομική αιμορραγία στη χώρα μας και δη σε συνάλλαγμα . Την ίδια στιγμή, ένας τεράστιος αριθμός ασθενών λιμνάζει αβοήθητος και περιθωριοποιημένος, αρκούμενος, στην καλύτερη περίπτωση, σε ένα επίδομα αναπηρίας. Αν και από το 2002, με Προεδρικό Διάταγμα έχει καθορισθεί το Ειδικό Νοσήλιο, ώστε να καλύπτεται το κόστος της Αποκατάστασης στην Ελλάδα, από τα Ασφαλιστικά Ταμεία και τους Οργανισμούς, πολλά ασφαλιστικά ταμεία διστάζουν να καλύψουν τους ασφαλισμένους τους. Και όμως, το συνολικό Κόστος των υπηρεσιών Αποκατάστασης είναι, σε τελευταία ανάλυση, ένα μικρό κλάσμα του κόστους που καταβάλλεται για την απομάκρυνση των πασχόντων και τη συντήρησή τους εκτός κοινωνικής σκηνής.
ΤΙ ΧΡΕΙΑΖΟΜΑΣΤΕ;
Πιστεύουμε πως είναι απαραίτητη η άσκηση θαρραλέας και ευαίσθητης κοινωνικής πολιτικής, συνολικά αναθεωρημένης. Χρειάζεται η διαμόρφωση μιας νέας, ανεξάρτητης και αυτόνομης κοινωνικής και πολιτικής συνείδησης, που θα οδηγήσει την πλειοψηφία των εργαζομένων, συμπεριλαμβανομένων και των «αναπήρων», αλλά και των μελών της κοινωνίας μας, στην ενεργό συμμετοχή, τόσο στο σχεδιασμό και την οργάνωση, όσο και στον έλεγχο και την διαχείριση όλων ανεξαιρέτως των ζητημάτων ζωής που μας αφορούν, είτε πρόκειται για θέματα «υψηλής πολιτικής» -δηλαδή «ποιός μας κυβερνά και πώς» (πχ. αναθεώρηση του Συντάγματος) είτε για απλές, καθημερινές επιλογές (τόπος παραθερισμού διακοπών ή επιλογή αναπηρικών βοηθημάτων). Και όλα αυτά, με πολυδιάστατους μηχανισμούς, μέσα από κοινωνικές και οικονομικές διαδικασίες συνδεδεμένες με ευρύτερα κοινωνικά συνδικαλιστικά και πολιτικά κινήματα, που θα διαφυλάσσουν την πλήρη ενσωμάτωσή τους και θα διατηρούν τη συνοχή τους
Χρειαζόμαστε, χωρίς καμία οικονομική επιβάρυνση των εργαζομένων:
- Διεύρυνση και εκδημοκρατισμό της ειδικής εκπαίδευσης και αγωγής με διαμόρφωση προγραμμάτων σπουδών που θα βασίζονται στις σύγχρονες διδακτικές μεθόδους και θα χρησιμοποιούν όλη την απαραίτητη υλικοτεχνική υποδομή, όχι μόνον για να ενθαρρύνουν τα ενδιαφέροντα των «ατόμων με ειδικές ανάγκες» και να τα στηρίξουν ψυχολογικά, αλλά και για να τα ενσωματώσουν σε «κανονικά» σχολεία, καταπολεμώντας συνολικά τη «σχολική διαρροή».
- Εθνικό δίκτυο σύγχρονων διαπιστευμένων και πιστοποιημένων Κέντρων Αποκατάστασης. Μέσα από τις τακτικές συναντήσεις, την άρτια συνοχή και τον μεθοδικό συντονισμό της Ομάδας Αποκατάστασης, την εφαρμογή απόλυτα εξατομικευμένων θεραπευτικών προγραμμάτων και την διαρκή αξιολόγηση της πορείας των πασχόντων, θα επιτυγχάνεται υψηλότερη θεραπευτική αποτελεσματικότητα (που δεν μπορεί να εξασφαλίσει η μεμονωμένη θεραπευτική προσέγγιση), αλλά και πλήρης και ολοκληρωμένη σωματική, ψυχολογική και κοινωνική πλαισίωση και υποστήριξη του πάσχοντος και της οικογένειάς του. Παράλληλα, μέσα από το Θεσμό της Ημερήσιας Νοσηλείας θα προκύψουν ανυπολόγιστης αξίας επιστημονικά, κοινωνικά και οικονομικά οφέλη για τον πάσχοντα, για την οικογένειά του, αλλά και για την ίδια την Πολιτεία:
α)Διευκόλυνση και Επιτάχυνση της διαδικασίας επανένταξης
β)Κατάργηση του κόστους της Ενδονοσοκομειακής Περίθαλψης
γ)Αποσυμφόρηση των Νοσοκομειακών Κλινών άλλων ειδικοτήτων (παθολογικών, νευρολογικών, ορθοπεδικών, νευροχειρουργικών)
δ)Αναθεώρηση της πολιτικής επιδομάτων, δια της επαγγελματικής επανεκπαίδευσης και κατάρτισης των πασχόντων
ε)Κοινωνική και Οικονομική αποσυμφόρηση των λοιπών μελών της οικογενείας για το χρόνο που ο ασθενής φιλοξενείται καθημερινά σε Κέντρο Αποκατάστασης Ημερήσιας Νοσηλείας.
3)Σύγχρονες δομές καταπολέμησης κοινωνικού αποκλεισμού σε εθνικό επίπεδο, με προσδιορισμό προτεραιοτήτων, λήψη πρωτοβουλιών, διαμόρφωση καινούργιων πολυδιάστατων κοινωνικών πολιτικών και εφαρμογή καινοτόμων πολυδιάστατων τεχνικών. Μέσα στα πλαίσια αυτά, ενδεικτικά, είναι απαραίτητη, η δημιουργία δομών και η χρησιμοποίηση επαγγελματικών στελεχών για την υποστήριξη και διευκόλυνση της ανεξάρτητης διαβίωσης των Πολιτών με κινητικά ελλείμματα ή/και ψυχονοητικές διαταραχές, η ενθάρρυνση δημιουργίας ομάδων τους συμπαράστασης και αλληλεγγύης, ο θεσμικός πολεοδομικός ανασχεδιασμός και η αυστηρή εφαρμογή του, ώστε να επιτρέπεται η προσπελασιμότητα σε όλα τα κτίρια, η δυνατότητα πρόσβασης σε όλα τα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς.
Η «καλή υγεία», με την έννοια της απουσίας σωματικού «ελαττώματος» ή ψυχικού «μειονεκτήματος», θεωρείται το πιο σημαντικό αγαθό στη ζωή μας. Είναι η μεγαλύτερη ευχή μας, που όμως καθημερινά ανατρέπεται και διαψεύδεται, από αστάθμητους παράγοντες. Τότε, το κοινωνικό και πολιτικό σύστημά μας προκαλείται να δοκιμάσει τις αντοχές του. Πόση φτώχεια ή περιθωριοποίηση μπορεί να δεχθεί, χωρίς να καταρρεύσει; Όσο η προσωρινή ή μόνιμη κινητική ανικανότητα ή ψυχο/νοητική διαταραχή θα εξακολουθούν να θεωρούνται ως μία «αποτυχία» της κοινωνίας, ουσιαστικά θα αποτελούν απόδειξη αποτυχίας του ίδιου του συστήματος. Κάποτε θα πρέπει να ακουστεί η φωνή συνειδητοποιημένων Πολιτών που επιθυμούν και επιδιώκουν, ανάμεσα στα άλλα, ποιοτικά υψηλές υπηρεσίες Υγείας και Αποκατάστασης και παράλληλα διεκδικούν την κατοχύρωση της Αξιοπρέπειάς τους. Που απαιτούν τα αυτονόητα: επιλογή και συμμετοχή σε όλες τις κοινωνικές, οικονομικές και πολιτικές δραστηριότητες, επανένταξη και ισότιμη συμμετοχή στη Ζωή.
Συμμετέχουμε στη δημιουργία κοινωνίας ενεργών πολιτών με συνεχώς αναπτυσσόμενο πνεύμα συλλογικότητας, ενσωμάτωσης, αλληλεγγύης και όχι κοινωνία ατόμων που είναι παθητικοί δέκτες «έξωθεν και άνωθεν παρεμβάσεων» υψηλής έμπνευσης και επινόησης.
Δηλώνουμε μαζί τους ότι, χρειάζεται να αναθεωρηθεί ριζικά η κοινωνική πολιτική, ώστε, από Άτομα Με Έλλειμμα Ανεξαρτησίας να γίνουμε Άτομα με Πλεόνασμα Ανεξαρτησίας.
Καταργούμε τα ακρωνύμια ! Βγάζουμε από πάνω μας τα εισαγωγικά!
Τελικά, η αναπηρία είναι ζήτημα βαθιά κοινωνικό και, κατά συνέπεια, έντονα πολιτικό.